Κι ὅμως! Εἰρήνη καί ἀνάπαυση ἀληθινή καί φῶς ζωοποιό προσφέρει καί θά προσφέρει στούς αἰῶνες ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Στέκει φάρος στά σκοτάδια τῆς ἀμφιβολίας, πυξίδα στά πελάγη τῆς ἀβεβαιότητας καί γνώση τέλεια, ἐγγυημένη ἀπό τήν πηγή τῆς ἀλήθειας, τόν Κύριο τοῦ κόσμου καί Πατέρα μας, τόν Θεό. Δέν ὑπάρχουν γι’ αὐτόν ἄλυτα προβλήματα. Μπροστά του ὅλα φανερώνονται «γυμνὰ καὶ τετραχηλισμένα» (Ἑβ 4,13).
Αὐτό τό σημαντικό καί αἰσιόδοξο μήνυμα ὑπογραμμίζει κατεξοχήν καί πολλές φορές ὁ ἀπόστολος Παῦλος. «Πιστὸς ὁ λόγος», γράφει στόν μαθητή του Τῖτο, στήν περικοπή (Ττ 3,8-15) πού διαβάζεται ὡς ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τήν Κυριακή τῶν Πατέρων τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἤ τοῦ Σπορέως. Εἶναι ἀξιόπιστος ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ὅ,τι αὐτός ἀποκαλύπτει ἀξίζει τήν ἐμπιστοσύνη μας, ἀξίζει νά τό παραδεχθοῦμε ἄφοβα, νά τό ἐνστερνισθοῦμε ἀνεπιφύλακτα. Καί ὁ σοφώτερος ἄνθρωπος μπορεῖ νά κάνει λάθος καί νά ἀστοχήσει στήν ἀλήθεια, διότι ἡ ἀνθρώπινη γνώση καί διάνοια εἶναι περιορισμένη. Καί ὁ εἰλικρινέστερος μπορεῖ νά πεῖ ψέματα ἀπό ἄγνοια, μπορεῖ νά ἐξαπατήσει ἀπό ἀδυναμία. Μόνον ὁ Θεός εἶναι ἀξιόπιστος καί μόνον ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι «ὁ μάρτυς ὁ πιστὸς καὶ ἀληθινός» (Ἀπ 3,14) μέ τήν ἀπόλυτη ἔννοια πού ζητᾶ ἡ καρδιά μας γιά νά ἀναπαυθεῖ. Αὐτός δέν ὑπάρχει περίπτωση νά λαθέψει, δέν ὑπάρχει περίπτωση νά ψευσθεῖ, διότι εἶναι ἡ ἴδια ἡ Ἀλήθεια καί εἶναι σέ θέση νά μᾶς τήν γνωρίσει. Γι’ αὐτό μπῆκε στήν ἱστορία μας καί μᾶς μίλησε μέ ἀγγέλους, γι’ αὐτό ἔστειλε τούς προφῆτες καί τούς ἁγίους του, γι’ αὐτό, τέλος, ἔγινε ἄνθρωπος καί μᾶς συναναστράφηκε. Τά λόγια του καί τά ἔργα του καταγράφηκαν καί φυλάσσονται ἀπό τήν Ἐκκλησία του μέσα στήν ἁγία Γραφή, πού εἶναι ἡ ζωντανή φωνή του. Εἶναι ὁ «πιστός λόγος».
Ἀλλά πῶς ἡ ἀνθρωπότητα θά μάθει τήν σωτήρια ἀλήθεια; Οἱ ἄνθρωποι πού ζοῦν καί κινοῦνται ἀνάμεσά μας, μέ τά μεγάλα ἐρωτηματικά καί τά ἀξεπέραστα ἀδιέξοδα, πῶς θά μάθουν τόν «πιστὸν λόγον»; Ἀσφαλῶς μέ τό κήρυγμα, μέ τό ἔργο τῶν ἀποστόλων κι ὅλων ἐκείνων πού διαλέγει ὁ Θεός γιά συνεργάτες του. Καί ὅταν λέμε «κήρυγμα» δέν ἐννοοῦμε τυπικούς καί ἄψυχους μονολόγους, ἀλλά λόγο δυνάμεως «περὶ τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος» (Α΄ Πέ 3,15). «Καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι», παραγγέλλει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στόν Τῖτο· δηλαδή «νά κηρύττεις μέ δύναμη καί νά μήν ἀφήνεις καμιά ἀμφιβολία γιά τήν ἀλήθεια τῶν λόγων σου». Καί τί ὀφείλει νά κηρύττει ὁ Τῖτος; Λίγο παραπάνω τοῦ ἀνέφερε ὁ διδάσκαλός του πῶς ἐπιτεύχθηκε ἡ λύτρωση τοῦ ἀνθρώπου· μέ τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατέρα, τήν θυσία τοῦ Υἱοῦ καί τήν χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πού μᾶς ἐξασφαλίζουν τήν αἰώνια ζωή καί εὐτυχία (στ. 4-7). Αὐτό θέλει νά κηρύττει καί ὁ μαθητής του· τήν σύνοψη καί οὐσία ὅλης τῆς ἁγίας Γραφῆς. Τήν «ἅπαξ παραδοθεῖσαν τοῖς ἁγίοις πίστιν» (βλ. Ἰδ,4).
Ὡστόσο, ἡ γνήσια ἔκφραση τῆς πίστεως καί ἡ καρποφορία της εἶναι τά καλά ἔργα, ἡ ὀρθή ζωή. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει ξεκάθαρα ὅτι «οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ», οἱ πιστοί, αὐτοί πού ἔχουν δεχθεῖ καί κατέχουν ὡς κτῆμα καί θησαυρό τους τόν «πιστὸν λόγον», ὀφείλουν νά φροντίζουν νά εἶναι πρῶτοι στά καλά ἔργα. Τέτοια πρέπει νά καρποφορήσουν. Διότι, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Χρυσόστομος, κανένα κίνητρο δέν εἶναι τόσο δυνατό καί τόσο ἀσφαλές γιά τήν κοινωνική εὐποιία ὅσο ἡ θεογνωσία, ἡ πίστη ὅτι ὑπάρχει Θεός πού θυσιάστηκε γιά μᾶς. Ἔτσι οἱ πιστοί βρίσκουν τήν διάθεση καί τήν δύναμη νά θυσιασθοῦν γιά τούς ἄλλους. Καί τό σπουδαῖο εἶναι ὅτι δέν ἀσκοῦν ἁπλῶς τήν ἀγάπη, ἀλλά «φροντίζουσιν» καί «προΐστανται», πού σημαίνει ὅτι τήν ἐπιδιώκουν καί μάλιστα πρωτοποροῦν στά ἔργα της. Δέν περιμένουν τούς ἐνδεεῖς ἀδελφούς τους νά ’ρθοῦν σ’ αὐτούς, ἀλλά αὐτοί τρέχουν νά τούς βροῦν. Δέν ἀκολουθοῦν τίς εὐκαιρίες, ἀλλά οἱ ἴδιοι τίς δη-μιουργοῦν.
Ἀδελφοί μου, γύρω μας ἡ σύγχυση ὅλο καί μεγαλώνει, ἡ ἀβεβαιότητα σφίγγει ὅλο καί περισσότερο τίς καρδιές μας στόν κλοιό της, ἡ πλάνη παραμονεύει ὅλο καί συχνότερα στόν δρόμο μας. Δέν θέλουμε νά σκεπάσουν τήν σκέψη μας τά σύννεφα τοῦ σκεπτικισμοῦ· λαχταροῦμε τό φῶς τῆς ἀλήθειας. Δέν θέλουμε νά βυθίσουν τήν ψυχή μας τά βαρίδια τῆς ἀπελπισίας· λαχταροῦμε τήν ἄνεση τῆς ἐσωτερικῆς χαρᾶς. Ἄς ἀνοίξουμε, λοιπόν, τά μάτια μας στόν ἥλιο-Χριστό! Μέσα στό βιβλίο του, στήν ἁγία Γραφή, μᾶς προσκαλεῖ νά γνωρίσουμε τήν πίστη, πού καθοδηγεῖ καί σώζει. Μέσα στήν Ἐκκλησία του μᾶς προσφέρει ὅλα τά μέσα γιά νά καταλάβουμε, γιά νά ποθήσουμε καί νά ζήσουμε τήν ζωή τῆς ἀλήθειας. Καί μέσα στήν ζωή μας ἀπαιτεῖ ἀπό μᾶς, πού μᾶς γέννησε μέ τόν λόγο του καί μᾶς ἔθρεψε μέ τά Μυστήριά του, νά γίνουμε πρωτοπόροι καλῶν ἔργων, νά μήν μείνουμε ἄκαρποι. Μᾶς παίρνει ξερές καί φτωχές ρίζες καί μᾶς φυτεύει στό περιβόλι του, μᾶς ποτίζει καί μᾶς περιποιεῖται· γίναμε δένδρα ψηλά καί θαλερά. Ἀλλά ποῦ εἶναι οἱ καρποί μας; Ἀλίμονο, ἄν ξοδέψουμε τόν χυμό μας σέ μικρόλογους ὑπολογισμούς. Ὁ Κύριος περιμένει νά καρποφορήσουμε μία ζωή γεμάτη ἀγάπη, δικαιοσύνη καί ἐλπίδα. Καί αὐτό εἶναι τό συμφέρον μας, τό πραγματικό καί αἰώνιο!